Τα κοινοβούλια, τα σώματα δηλαδή των εκλεγμένωναντιπροσώπων, διαδραματίζουν ζωτικό ρόλο σε οποιοδήποτε σύστημααντιπροσωπευτικής δημοκρατίας, αλλά διαδραματίζουν ιδιαίτερα σημαντικό ρόλοστην ανάδυση φιλελεύθερων δημοκρατιών. Αυτό αφορά όχι μόνο στη βελτίωση τηςποιότητας της διακυβέρνησης διασφαλίζοντας διαφάνεια και λογοδοσία, αλλά καιστη διαμόρφωση κοινών προσδοκιών και στάσεων απέναντι στη δημοκρατία. Τα εθνικάκοινοβούλια είναι τα όργανα εποπτείας στον τομέα της κυβερνητικήςδραστηριότητας/παρακολούθησης και ελέγχου των νομοθετημάτων.
Ο πρωταρχικός σκοπός της κοινοβουλευτικής εποπτείας/ελέγχουείναι να διατηρηθεί η λογοδοσία των μελών της Κυβέρνησης ενώπιον της Βουλής ωςπρος τον τρόπο άσκησης των αρμοδιοτήτων τους. Εν ολίγοις, ο ρόλος τουκοινοβουλίου είναι να ελέγχει τη δραστηριότητα της κυβέρνησης. Τα εργαλεία πουδιαθέτουν οι βουλευτές για να τα επιτύχουν τον έλεγχο διαφέρουν από κοινοβούλιοσε κοινοβούλιο, αλλά τείνουν να επιδιώκονται μέσω τριών συστημάτων ελέγχου,δηλαδή μέσω της συνόδου ολομέλειας (ερωτήσεις και συζητήσεις), το σύστημαεπιτροπών (μέσω ερευνών) ή μέσω συνεργασίας με εξωτερικούς φορείς πουυποβάλλουν εκθέσεις στο κοινοβούλιο.
Είναι με αυτό το τελευταίο εργαλείο που τα κοινοβούλια έχουν τη δυνατότητα ναείναι περισσότερο αποτελεσματικά στην ενίσχυση των συστημάτων εσωτερικήςλογοδοσίας. Με άλλα λόγια, τα κοινοβούλια πρέπει να βρίσκονται στο επίκεντρο γιατην εξασφάλιση μεγαλύτερης διαφάνειας και λογοδοσίας, επιδιώκοντας επαφή μεανεξάρτητους εμπειρογνώμονες και θεσμικά όργανα, απορροφώντας τις λεπτομέρειεςτων ερευνών τους και συντάσσοντας τα εμφανή πολιτικά σημεία για τα οποία πρέπεινα λογοδοτούν τα μέλη της Κυβέρνησης. Τα κοινοβούλια είναι συνεπώς, δυνητικά, σημαντικοίσύμμαχοι με τέτοιους ανεξάρτητους φορείς για τη βελτίωση της εσωτερικήςλογοδοσίας. Ωστόσο, σε πολλές χώρες, τα νομοθετικά σώματα δεν ανταποκρίνονταιστις προσδοκίες της κοινωνίας και των πολιτών. Κυρίως, σε αναδυόμενεςδημοκρατίες, τα κοινοβούλια είναι συχνά αναποτελεσματικά απέναντι σε μια ισχυρήκυβέρνηση, παρουσιάζοντας μια εικόνα μειωμένης εκπροσώπησης και εξουσίας.
Βασικέςπροϋποθέσεις για την εύρυθμη και αποτελεσματική λειτουργία των κοινοβουλίων
Δεδομένου ότι τα κοινοβούλια θα μπορούσαν και πρέπει να βρίσκονταιστο επίκεντρο της λογοδοσίας σε εγχώριο επίπεδο, η αλληλεπίδραση μεταξύκοινοβουλίων και άλλων φορέων πρέπει να αποτελούν βασικό χαρακτηριστικό τωνπρογραμμάτων στήριξης. Τα προγράμματα αυτά πρέπει να επιδιώκουν την αύξηση της συνεργασίαςμεταξύ των κοινοβουλίων με ανεξάρτητους εξωτερικούς φορείς και να διασφαλίζουνότι τέτοια προγράμματα έχουν σχεδιαστεί για την ενίσχυση άλλων μηχανισμώνυπευθυνότητας και ενίσχυσης του κοινοβουλίου.
Τέτοια προγράμματα πρέπει να οδηγούν σε αλλαγέςσυμπεριφορών έτσι ώστε οι βουλευτές να μπορούν να κατανοούν το ρόλο τους, να έχουντους πόρους και την ικανότητα να χρησιμοποιούν αποτελεσματικές διαδικασίες,αλλά και το κίνητρο για την εκτέλεση τέτοιων διαδικασιών. Δεδομένου ότι όλοιεπιθυμούν ένα ισχυρότερο κοινοβούλιο τέτοια προγράμματα πρέπει να είναιευπρόσδεκτα από όλους. Αυτό όμως συμβαίνεισπάνια. Η στάση ενός πολιτικού πιθανό να εξαρτάται από ένα αριθμό παραγόντων, όπωςη κομματική πίστη, εάν το κόμμα του είναι στην κυβέρνηση ή την αντιπολίτευση, οιπιθανότητες επανεκλογής, οι συνθήκες εργασίας και οι αμοιβές του. Ταπρογράμματα στήριξης πρέπει να κατανοήσουν τα διάφορα κίνητρα και τις δομέςμέσα σε ένα κοινοβούλιο, πώς διαμορφώνουν τις πολιτικές συμπεριφορές και πώςμπορούν να χρησιμοποιηθούν για τη δημιουργία πρωτοβουλιών επαγγελματικήςυποστήριξης.
Συνεπώς τα πολιτικά κόμματα δεν πρέπει να αγνοούνται αφούείναι μια από τις ισχυρότερες επιρροές συμπεριφοράς μέσα στο κοινοβούλιο.Ωστόσο, οι φόβοι της «πολιτικής παρέμβασης» συχνά αποθαρρύνουν τα προγράμματαστήριξης. Ένα ισχυρό και αποτελεσματικό κοινοβούλιο θα εξαρτηθεί μόνο εάν οιπολιτικοί συμπεριφέρονται ως βουλευτές και όχι απλώς ως κομματικοί εκπρόσωποι.Αλλά, για να ενθαρρύνουμε έναν λιγότερο κομματικό ρόλο, τα προγράμματα θαπρέπει να κατανοήσουν και να συνεργαστούν με τα πολιτικά κόμματα μέσα στο κοινοβούλιο. Τέτοια προγράμματα πρέπει να παρέχουν στουςβουλευτές τις ευκαιρίες και τα κίνητρα για συμμετοχή σε επαγγελματική βάση,χωρίς να διακυβεύεται η ουδετερότητα των ανεξάρτητων φορέων. Η προώθηση τουδιακομματικού διαλόγου έξω από το κοινοβουλευτικό προσκήνιο είναι επίσης μιαεπιλογή για τους εξωτερικούς φορείς που θα οδηγήσει στην ενίσχυση τηςσυνεργασίας και της εμπιστοσύνης μεταξύ των πολιτικών κομμάτων.
Επιπρόσθετα, ο εσωτερικός έλεγχος των Κοινοβουλίων, κατάτην άσκηση της νομοθετικής λειτουργίας, πρέπει να αντιμετωπίζεται με ρεαλισμόκαι ορθολογισμό για να αποβαίνει ουσιαστικός, πραγματικός και ωφέλιμος.Επομένως, θα πρέπει να διασταυρώνεται με τους εξωτερικούς φορείς και τα όργανατης διοίκησης, να εξωτερικεύεται και να απολήξει σε συγκεκριμένους αποδέκτες,περιφρουρώντας την ποιότητα της νομοθεσίας. Εν όψει της πολυπλοκότητας τωνρυθμιστέων ζητημάτων και του γεγονότος ότι, τα κοινοβούλια υστερούν έναντι τηςεκτελεστικής εξουσίας σε πόρους, η δυνατότητα τους να διαθέτουν επαρκή αυτοτελήεπιστημονική και νομική υποστήριξη στην εκπλήρωση του έργου τους είναιπραγματική κρίσιμη.
Η προώθηση των οργανωμένων συνόλων (lobbying) και ησυμμετοχή τους στις κοινοβουλευτικές επιτροπές μπορεί επίσης να συμβάλλει στηναποτελεσματική άσκηση πίεσης του κοινοβουλίου στη διαδικασία της δημοκρατικήςδιακυβέρνησης. Χρειάζεται καλή προετοιμασία και ενημέρωση με σαφή στόχο καισκοπό.
Τα κοινοβούλια δεν μπορούν να λειτουργούν ως ανεξάρτητοσώμα και η σχέση τους με διάφορα άλλα αντισταθμιστικά και συμπληρωματικά σώματακαι φορείς, όπως το εκτελεστικό, το δικαστικό σώμα, την κοινωνία των πολιτώνκαι τα μέσα ενημέρωσης θα επηρεάσουν σε μεγάλο βαθμό την αποτελεσματικήλειτουργία τους. Όπου είναι δυνατόν, πρέπει να παρέχεται υποστήριξη εντός ολοκληρωμένουπλαισίου που να λαμβάνει υπόψη αυτούς τους δεσμούς και τις συμπληρωματικότητες.Αυτό περιλαμβάνει και την εξέταση του ρόλου που μπορούν να παίξουν τα πολιτικάκόμματα στη διευκόλυνση της ανάπτυξης αποτελεσματικών κοινοβουλίων.
Επομένως, η εφαρμογή διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων και ηεπείγουσα διορθωτική δράση είναι επιτακτικά αναγκαίες για τη δημιουργία νέωναποτελεσματικών κοινοβουλευτικών θεσμών. Ο ρόλος του Κοινοβουλίου συνδέεται άμεσαμε την κατανόηση του κοινωνικού ρόλου του κράτους.