Με τον όρο διαθήκη ουσιαστικά εννοούμε την σύνταξη γραπτής δήλωσης ενός διαθέτη με την οποία ο τελευταίος δηλώνει την πρόθεση του να διαθέσει την περιουσία του, κινητή και/ή ακίνητη (στο εξής θα αναφέρεται γενικότερα ως «η Περιουσία»), αφότου αποβιώσει. Στο ίδιο έγγραφο, ο διαθέτης δύναται να δηλώσει επίσης, μεταξύ άλλων, πως επιθυμεί να διαθέσει την περιουσία του αλλά και σε ποιά πρόσωπα, φυσικά και/ή νομικά (με τον όρο νομικά πρόσωπα εννοούμε εταιρείες, φιλανθρωπικά ιδρύματα κ.α).


Η ορθή και νομότυπη κατάρτιση μιας διαθήκης μπορεί να διασφαλίσει τον διαμοιρασμό της περιουσίας του αποβιώσαντα σύμφωνα με τις δικές του επιθυμίες αλλά και τα δικά του θέλω. Στην περίπτωση όμως που ο αποβιώσας δεν έχει καταρτίσει διαθήκη τότε η περιουσία του τελευταίου θα διαμοιραστεί σύμφωνα με τιςπρόνοιες του Περί Διαθηκών και Διαδοχής Νόμου Κεφ. 195 (στο εξής θα αναφέρεται ως «η Νομοθεσία»).


Παρόλα ταύτα, ακόμη και στην περίπτωση που ο αποβιώσας διαθέσει το σύνολο της περιουσίας του σε έναν ή περισσότερους από τους κληροδόχους του[1], αυτό δεν σημαίνει απαραίτητα ότι οι υπόλοιποι κληρονόμοι του δεν θα έχουν το λαβείν τους από την περιουσία του αποβιώσαντα. Αυτό είναι ένα ζήτημα το οποίο αρκετές φορές περιπλέκει τα πράγματα και δημιουργεί λανθασμένες εντυπώσεις, αφού όπως είναι ευρέως γνωστό και διαδεδομένο στην Κύπρο, αβίαστα και λανθασμένα βέβαια, εάν κάποιος καταρτίσει μια διαθήκη τότε όλη η περιουσία που διαθέτει μεταφέρεται αυτόματα στους κληροδόχους του. Το εν ζήτημα αναλύεται λεπτομερώς πιο κάτω καθώς επίσης παρατίθενται καθημερινά παραδείγματα τούτου προς καλύτερη κατανόηση.  


Στο σημείο αυτό είναι σημαντικό να τονιστεί ότι για να είναι μια διαθήκη έγκυρη θα πρέπει να καταρτιστεί σύμφωνα και με βάση τις προϋποθέσεις που τίθενται στην αναφερόμενη Νομοθεσία. Σε περίπτωση που αυτές οι προϋποθέσεις δεν τηρηθούν τότε η διαθήκη θα κηρυχτεί άκυρη λόγω παρατυπίας και συνέπεια τούτου θα είναι να καταστήσει την διαθήκη άνευ ισχύς.


Ορισμένες εκ των προϋποθέσεων, αλλά όχι εξαντλητικές, που θέτει η Νομοθεσία γιατην κατάρτιση μιας έγκυρης και νομότυπης διαθήκης είναι οι ακόλουθες:


  • Η διαθήκη πρέπει να είναι έγγραφη.
  • Ο διαθέτης πρέπει να έχει συμπληρώσει το δέκατο όγδοο (18ο) έτος της ηλικίας του και να έχει σώας τας φρένας.
  • Η διαθήκη πρέπει να υπογράφεται από τον διαθέτη στο τέλος ή το κάτω μέρος της καθώς επίσης και σε περίπτωση που η διαθήκη αποτελείται από περισσότερες από μια σελίδες τότε έκαστη σελίδα πρέπει να υπογράφεται ή μονογράφεται από τον διαθέτη.
  • Η υπογραφή του διαθέτη θα πρέπει να τεθεί στην παρουσία δύο (2) μαρτύρων που θα παρίστανται κατά την υπογραφή της και θα θέσουν και οι δύο την υπογραφή τους ως επιβεβαίωση της υπογραφής του διαθέτη.


Στο σημείο αυτό είναι σημαντικό να τονιστεί ότι μια διαθήκη θα πρέπει να εκφράζει συγκεκριμένη πρόθεση. Επί παραδείγματι, η σωστή πρόταση θα πρέπει να είναι “δίδω και κληροδοτώ την οικία μου (διεύθυνση, αριθμός εγγραφής ακινήτου και στοιχεία όπως αναγράφονται στον τίτλο ιδιοκτησίας) στην ξαδέλφη μου (πλήρες ονοματεπώνυμο, διεύθυνση διαμονής και αριθμός δελτίου ταυτότητας)” και όχι “δίδω και κληροδοτώ την οικία μου στην ξαδέλφη μου”. Σε περίπτωση που χρησιμοποιηθεί η δεύτερη περίπτωση τότε η διαθήκη πολύ πιθανόν να είναι άκυρη λόγω δημιουργίας πολλαπλών πιθανών ερμηνειών και σύγχυσης, αφού ο διαθέτης μπορεί να έχει περισσότερες από μια οικίες καθώς επίσης μπορεί να έχει περισσότερες και από μια ξαδέλφες.


Ως εκ τούτου, κατά την σύνταξη και κατάρτιση μιας διαθήκης, ο διαθέτης οφείλει να διαθέσει την περιουσία του ξεκάθαρα και συγκεκριμένα ούτως ώστε να αποφευχθούνοι πολλαπλές ερμηνείες και περαιτέρω να μην δημιουργηθούν οποιεσδήποτε αμφιβολίες κατά το άνοιγμά της και την επικύρωση της.


Νοουμένου ότι ο διαθέτης καταρτίσει έγκυρη και νομότυπη διαθήκη, ο διαθέτης έχει το δικαίωμα να καταθέσει μέσω δικηγόρου, σε Πρωτοκολλητή Επαρχιακού Δικαστηρίου την εν λόγω διαθήκη του με σκοπό την ασφαλή φύλαξη της, καταβάλλοντας φυσικά τα ανάλογα τέλη και δικαιώματα. Στην περίπτωση όπου ο διαθέτης αποβιώσει τότε η διαθήκη δύναται να ανοιχτεί από τον καλούμενο εκτελεστή της ή από άλλο πρόσωπο που έχει σχετική νομιμοποίηση για να πράξει τούτο.


Περαιτέρω, διαθήκη η οποία συντάχθηκε και καταρτίστηκε έγκυρα και νομότυπα αλλάδεν έχει κατατεθεί σε Πρωτοκολλητή Επαρχιακού Δικαστηρίου δύναται να επικυρωθεί, υπό ορισμένες προϋποθέσεις, με τη λήψη των ανάλογων μέτρων από τον εκτελεστή της διαθήκης ή ακόμη από τους κληροδόχους του αποβιώσαντα.

Επανερχόμενος τώρα στο μείζον ζήτημα της διάθεσης της περιουσίας του διαθέτη με διαθήκη είναι σημαντικό να επιστηθεί η προσοχή του αναγνώστη στο τρόπο που δύναται να διαθέσει την περιουσία του αλλά και στο γεγονός ότι δεν δύναται να διατεθεί το σύνολο της περιουσίας του εάν αποβιώσει και βρίσκονται εν ζωή τέκνο, κατιόντα τέκνου ή γονέα. Συγκεκριμένα :


  • Σε περίπτωση που ο διαθέτης κατέλειπε σύζυγο και      τέκνο ή κατιόντα τέκνου, ή τέκνο ή κατιόντα τέκνου του τότε το διαθέσιμο      μέρος που δύναται να διαθέσει με διαθήκη δεν πρέπει να υπερβαίνει το ¼ της      συνολικής του περιουσίας.
  • Σε περίπτωση που ο διαθέτης κατέλειπε σύζυγο ή      γονέα, τότε το διαθέσιμο μέρος που δύναται να διαθέσει με διαθήκη δεν      πρέπει να υπερβαίνει το ½ της συνολικής του περιουσίας.
  • Σε περίπτωση που ο διαθέτης δεν κατέλειπε τέκνο ή      κατιόντα τέκνου ή γονέα τότε μπορεί να διαθέσει το σύνολο της περιουσίας      του με διαθήκη στον επιζώντα σύζυγο.
  • Σε περίπτωση που ο διαθέτης δεν κατέλειπε τέκνο ή      κατιόντα τέκνου ή σύζυγο ή γονέα κατά την αποβίωση του τότε ο διαθέτης      δύναται να διαθέσει το συνολικό μέρος της περιουσίας του με διαθήκη.


Στην περίπτωση που ο διαθέτης διαθέσει μεγαλύτερο μέρος της περιουσίας του από αυτό που δικαιούται να διαθέσει, στη βάση των πιο πάνω και προπάντων της κείμενης Νομοθεσίας, η εν λόγω διάθεση θα μειωθεί και θα περικοπεί ανάλογα ούτως ώστε να συνάδει με τους πιο πάνω αναφερόμενους περιορισμούς. Σημειωτέον ότι οι πιο πάνω περιορισμοί δεν καθιστούν μια διαθήκη άκυρη, εφόσον δεν τηρηθούν.


Οι πιο πάνω περιορισμοί δεν ισχύουν για πρόσωπα που γεννήθηκαν στο Ηνωμένο Βασίλειο ή σε κράτος μέλος της Κοινοπολιτείας καθώς επίσης και αναφορικά με διάθεση με διαθήκη κινητής ιδιοκτησίας αλλοδαπού ανεξάρτητα αν αυτός διαμένει ή όχι στην Κύπρο.


Παράδειγμα:


Ο Δ κατά το χρόνο που απεβίωσε κατέλειπε σύζυγο και τέκνο και στην διαθήκη του διέθεσε όλη του την περιουσία στον αδελφό του. Σύμφωνα με τα πιο πάνω, σε περίπτωση φυσικά που η διαθήκη είναι έγκυρη και εκτελεστεί νομότυπα, το μερίδιο που θα λάβει ο αδελφός θα είναι το ¼ της καθαρής αξίας της περιουσίας του Δ και τα υπόλοιπα ¾ θα διαμοιραστούν ανάλογα μεταξύ των νόμιμων κληρονόμων.


Τέλος θα πρέπει να σημειωθεί ότι για άτομα τα οποία επιθυμούν να διαθέσουν την περιουσία τους αλλά γνωρίζουν εκ των προτέρων ότι οι πιο πάνω περιορισμοί θα τύχουν εφαρμογής σε περίπτωση κατάρτισης διαθήκης τότε υπάρχουν εναλλακτικοί τρόποι διάθεσης της περιουσίας τους (όπως επί παραδείγματι η σύσταση εμπιστεύματος) χωρίς την ύπαρξη οποιονδήποτε περιορισμών.